NeologismoiWiki
Advertisement

λαπαροκτονία: [η] (λαπάρα + -κτονία) τελετουργική αυτοκτονία κοιλιακού εκσπλαχνισμού με ξίφος που εφάρμοζαν παραδοσιακά τα μέλη της ιαπωνικής τάξης των πολεμιστών όταν ατιμάζονταν, καταδικάζονταν σε θάνατο ή διαισθανόταν ότι επίκειται ήττα (μτφ. δ. απο την ιαπωνική hara-kiri [κοιλιά-κόψιμο] = χαρακίρι) (© Ju-87)

Advertisement