NeologismoiWiki
Advertisement

περισκιαγραφή: [η] (περι- + σκιαγράφω) μορφή, άνθρωπος (ή σπανιότερα κάτι άλλο) του οποίου διακρίνεται μόνο το γενικό σχήμα (μτφ. δ. απο τη γαλλική silhouette = σιλουέτα)

Advertisement