NeologismoiWiki
Advertisement

τετραγύνοιφος: [ο] (τέσσερα + γυνή + οἴφω) άνδρας ο οποίος συνευρίσκεται ερωτικά με τέσσερις γυναίκες ταυτόχρονα (μτφ. δ. απο την αγγλική ffffm lucky guy)

Advertisement