NeologismoiWiki
Advertisement

χλιδωροικία: [η] (χλιδή + όρος + οίκος) εξοχικό σπίτι στο βουνό που αντιγράφει ελβετικό πρότυπο (μτφ. δ. απο τη γαλλική chalet = σαλέ)

Advertisement